- Συγγραφέας: Μαρτζούχος π.Θεοδόσιος
Στην ζωή μας, τι χώρο και τι θέση κατέχει η Θεία Ευχαριστία; Η Εκκλησία ουσιαστικότερα. Κάθε πότε πηγαίνουμε στο Ναό; Γιατί πηγαίνουμε, αν και όταν πηγαίνουμε;
Άραγε δεν μπερδεύουμε τον Ναό-κτίριο, με την Εκκλησία; Έχουμε αποσαφηνίσει μέσα μας, ότι η Εκκλησία είναι το Μυστήριο του Σώματος του Χριστού, στο οποίο δια του Βαπτίσματός μας, γίναμε μέλη; Πολλές φορές, λέγοντας Εκκλησία, εννοούμε το κτίριο του Ναού. Εκεί βέβαια είναι ο χώρος που συγκεντρώνεται η Εκκλησία για να λατρεύσει τον Κύριό της. Συγκεντρώνονται οι Χριστιανοί, που είναι αδέλφια μεταξύ τους να λατρεύσουν τον Ένα-Κοινό τους Πατέρα. «Πάτερ ημών...» όπως λέμε στην προσευχή μας! Όχι πατέρα μου!
Στον Ναό δεν πάμε για να ικανοποιήσουμε θρησκευτικές ανάγκες ούτε καθήκοντα. Πάμε να συναντήσουμε τους αδελφούς μας, για να προσφέρουμε όλοι μαζί την Θεία Ευχαριστία στον Πατέρα μας. Την Ευχαριστία που θα μεταβάλει την ζωή μας από θνητή (όπως το ψωμί της Ευχαριστίας) σε αθάνατη, όπως ο Χριστός, Σάρκα του Οποίου γίνεται η Ευχαριστία μας. Για να γίνει αυτό χρειάζεται φυσικά προετοιμασία, η οποία ξεκινά από τον Εσπερινό που αποτελεί προ-παρασκευή (έτσι πήρε το όνομά της η Παρασκευή, ως η ημέρα προετοιμασίας για την ημέρα που είναι αφιερωμένη στον Θεό και που για το Εβραίους ήταν το Σάββατο), κομμάτι δηλαδή της ημέρας αφιερωμένο σε προσευχή για να προετοιμαστούμε για την αυριανή ημέρα και την συμμετοχή μας στην Θ. Λειτουργία που θα τελεστεί και που αυτό αποτελεί το κέντρο της εορτής και όχι... τα τρισάγια. Δεν νοείται για μας που λεγόμαστε ορθόδοξοι να συμπεριφερόμαστε τόσο... ανορθόδοξα και να λέμε πως μετέχουμε σε μια εορτή και την Θ. Λειτουργία που τελείται και να μη κοινωνούμε. Ο παπάς γι’ αυτό κοινωνεί κάθε φορά που τελεί την Θ. Λειτουργία: όχι από "επαγγελματική" ευσυνειδησία, ούτε επειδή είναι αναμάρτητος (το ράσο δεν κάνει τον παπά, ούτε τον παπά αναμάρτητο· εξάλλου στις περισσότερες ευχές της Θ. Λειτουργίας που διαβάζουμε ο ιερέας επικαλείται πρώτα για τον εαυτό του και μετά, σε μικρότερο και πιο "ελαφρύ" βαθμό για τον λαό, την αμαρτωλότητά του και παρακαλεί τον Θεό να τον συγχωρέσει προκειμένου αφενός να κοινωνήσει ο ίδιος, αφετέρου να μεταδώσει την Θ. Κοινωνία, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού στους χριστιανούς). Ο παπάς λοιπόν κοινωνεί πρώτος ως ο πρώτος της εκκλησιαστικής κοινότητας προκειμένου να ακολουθήσουν όλοι οι υπόλοιποι, πράγμα, που πλέον όπως όλοι ξέρουμε, δυστυχώς, δεν συμβαίνει ποτέ κι απομένει πολλές φορές ο παπάς με το Άγιο Ποτήριο μπροστά στην Ωραία Πύλη, κρατώντας τον Χριστό στα χέρια του, και πολλοί χριστιανοί ούτε καν σηκώνονται από την θέση τους. Κατά τ’ άλλα πιστεύουν στον Χριστό κι έρχονται στην Εκκλησία για να τον προσκυνήσουν...
Όλα αυτά σαρκώνονται και λειτουργούν για όσους ευρίσκονται στον Ναό. Όσοι είναι απέξω είναι χωρισμένοι από το σώμα του Χριστού. Και όπως αν κόψουμε το πόδι ή το χέρι μας, δεν πεθαίνει το σώμα μας, αλλά το πόδι ή το χέρι μας φθείρεται και σαπίζει, έτσι και στην Εκκλησία. Αν εμείς αποκοπτόμαστε, πεθαίνουμε εμείς, δεν έχει πρόβλημα η Εκκλησία. Για την Εκκλησία δεν υπάρχει θέμα αριθμού μελών. Δεν είναι κόμμα να μετράει σε αριθμούς την δύναμή της. Την απασχολεί όχι πόσοι ήρθαν, αλλά αυτοί που έρχονται πόσο ζωντανά και συνειδητοποιημένα μέλη είναι του Σώματος του Χριστού. Όλοι ξέρουμε ότι η σωματική συμμετοχή, δεν εξασφαλίζει απαραιτήτως, την ουσιαστική συμμετοχή. Όμως το ελάχιστο που οφείλουμε (στον εαυτό μας τουλάχιστον) είναι να προσπαθήσουμε κάθε φορά που ερχόμαστε κοντά στην Εκκλησία να ανοίγουμε τα αυτιά μας για ν’ αφουγκραστούμε τον Χριστό που μας μιλάει. Να απομακρύνουμε απ’ τα αυτιά μας στραβές αντιλήψεις και δεισιδαιμονίες και ν’ ακούσουμε με προσοχή τον ζωοποιό λόγο του Θεού. Η συμμετοχή στην Θεία Λειτουργία και σε κάθε ακολουθία της Εκκλησίας μας δεν είναι μια παθητική σωματική παράσταση, χωρίς κατανόηση των πραττομένων και των λεγομένων, με μόνη συσχέτιση την δική μας (ατομική) προσευχή! Αυτό είναι λάθος. Ατομικά προσευχόμαστε στο σπίτι μας. Στην Εκκλησία προσευχόμαστε όλοι μαζί με τα λόγια του Ιερέα και του ψάλτη.
Αν κάναμε αυτό το ελάχιστο και παρακολουθούσαμε το τι διαβάζουμε και ψάλουμε στον ναό από την σταθερή ετήσια περιοδικότητα του εκκλησιαστικού λειτουργικού κύκλου θα αντιλαμβανόμασταν ότι κάθε μέρα της εβδομάδας έχει μια συγκεκριμένη μορφή από άποψη υμνολογίας και ακολουθιών. Έτσι κάθε μέρα πέρα από την ακολουθία που αφορά την απόδοση τιμής και δοξολογίας σε αγίους της Εκκλησίας μας ή σε κάποια γιορτή που αφορά τον Χριστό (Δεσποτική εορτή) ή την Παναγία (Θεομητορική εορτή) η Εκκλησία μας αφιερώνει σταθερά και μόνιμα κάθε μέρα της εβδομάδας ως εξής: Η Δευτέρα είναι αφιερωμένη στον φύλακα άγγελό μας. Η Τρίτη στον τίμιο Πρόδρομο του Κυρίου μας τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Η Τετάρτη και η Παρασκευή στον Σταυρό και στην Σταύρωση. Η Πέμπτη στους αγίους Αποστόλους και τον άγιο Νικόλαο. Το Σάββατο στους κεκοιμημένους αδελφούς μας. Και η Κυριακή στην Ανάσταση του Χριστού μας.
Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα λοιπόν κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους αδελφούς μας και για τον λόγο αυτό επιτελούμε τρισάγια την παραμονή του Σαββάτου, κάθε Σαββάτου, την Παρασκευή, όλες τις Παρασκευές, και φέρνουμε πρόσφορα προκειμένου, όπως είπαμε προηγουμένως, να συναχθούμε όλοι μαζί το Σάββατο να προσφέρουμε όλοι μαζί την Θεία Ευχαριστία στον Πατέρα μας. Την Ευχαριστία που θα μεταβάλει την ζωή μας από θνητή (όπως το ψωμί της Ευχαριστίας) σε αθάνατη, όπως ο Χριστός, Σάρκα του Οποίου γίνεται η Ευχαριστία μας.
Η Εκκλησία δύο φορές τον χρόνο (δύο μόνον είναι τα Ψυχοσάββατα), την παραμονή της Κυριακής των Απόκρεω και την παραμονή της Πεντηκοστής, προσεύχεται για την ανάπαυση των νεκρών της. Έρχεται λοιπόν η Εκκλησία του Χριστού και προσεύχεται με την Ευχαριστία την παραμονή (το Σάββατο που είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους αδελφούς μας και όχι την Κυριακή που είναι αποκλειστικά και απόλυτα αφιερωμένα μόνο στην Ανάσταση του Κυρίου μας) των Απόκρεω ή... της Κρίσεως όπως επίσης λέγεται η Κυριακή αυτή, όπου ο Χριστός μας λέει με πιο κριτήριο θα σταθούμε δεξιά ή αριστερά Του (Ἐπείνασα γάρ, και ἐδώκατέ μοι φαγεῖν· ἐδίψησα, καί ἐποτίσατέ με· ξένος ἤμην, καί συναγάγετέ με...) και της αγίας Πεντηκοστής, που είναι η γιορτή της δυνατότητος της ανθρώπινης αλλαγής, και η προβολή του κόσμου που εμάς μεν μας περιμένει, τους δε κεκοιμημένους αδελφούς μας ήδη φιλοξενεί, και παρακαλεί τον Κύριο της ζωής και του θανάτου, τον Δεσπότη Χριστό, για όλους όσοι βρίσκονται ενώπιον Του (ζώντες και νεκρούς): Να παραβλέψει αδυναμίες. Να συγχωρήσει λάθη. Να παραγράψει αγνοήματα. Να δώσει ζωή. Να φέρει ελπίδα αναπαύσεως. Να παρακινήσει εμάς που βρισκόμαστε ακόμα σ αυτήν την ζωή όχι απλώς να δώσουμε ένα χαρτί για να διαβάσει ο παπάς τα ονόματα, αλλά να προσευχηθούμε κι εμείς μαζί με την Εκκλησία του Χριστού πρώτα για την ψυχή μας και μετά γι’ όλα τα αγαπημένα μας πρόσωπα και να βρεθούμε σε κοινωνία κοινωνώντας τα Άχραντα Μυστήρια όχι μόνο αύριο αλλά όσο συχνότερα μπορούμε εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιών καί ζωήν αἰώνιον.