- Συγγραφέας: Αρανίτσης Ευγένιος
Από τη Βαβυλώνα και την Αίγυπτο μέχρι τους διωγμούς στη μεσαιωνική Ευρώπη και, αργότερα, στους τόπους της ναζιστικής θηριωδίας, οι Εβραίοι έχουν περάσει πάρα πολλά, και δεν είναι κατ' ανάγκην ωφέλιμο να αντιληφθούμε αυτές τις δοκιμασίες σε συμψηφισμό με τα επακόλουθα της τωρινής επιθετικότητας του κράτους του Ισραήλ.
Εν προκειμένω, στη φράση «έχουν περάσει πολλά», το ρήμα «περνάω», δηλαδή υφίσταμαι αλλά και διασχίζω, προχωράω, διαβαίνω, παρέρχομαι, προπορεύομαι κ.τ.λ., αντηχεί σαν ο πυρήνας μιας ουσίας που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε εβραϊκότητα, και που ο λαός αυτός έχει τοποθετήσει στο κέντρο της ετήσιας τελετουργικής αναφοράς του με τη γιορτή του Πάσχα. Θυμίζω ότι η ίδια η λέξη Πάσχα σημαίνει «πέρασμα» και ότι το αρχικό της περιεχόμενο ήταν η ανάμνηση του περάσματος της Ερυθράς Θάλασσας κατά την επιστροφή, από την έρημο, στη λεγόμενη γη της επαγγελίας.
Μεταφέροντας, έκτοτε, το κείμενο του Ταλμούδ ως εθνική τους ταυτότητα, οι Εβραίοι έμαθαν να κόβουν δρόμο. Εμαθαν να κινούνται πάνω στον χάρτη όπως μέσα σ' ένα κείμενο, όπου το κάθε σημείο παραπέμπει σ' ένα άλλο, όχι απαραιτήτως το επόμενο, και ιδού πώς βρέθηκαν ταυτόχρονα στη Ρωσία και στην Ισπανία ή την Προβηγκία. Εμαθαν να «πηδούν» σελίδες, να επιλέγουν παρακαμπτηρίους και να διακόπτουν τον ρου της παγκόσμιας Ιστορίας μπαίνοντας στα ποτάμια εγκαρσίως. Από μια άποψη, ήταν οι πρώτοι που ταξίδεψαν όπως υπαγόρευε το κοινό σε όλες τις μυστικιστικές παραδόσεις πνευματικό πρόσταγμα, σύμφωνα με το οποίο ο άνθρωπος δεν οφείλει τίποτα καλύτερο από το να αναζητάει την κοιτίδα του ή, αν το θέσουμε λιγότερο μεταφορικά, να επιδιώκει την επιστροφή σ' έναν εαυτό ανώτερης τάξης, οπότε όλες οι στρατηγικές παραδοξότητες της νομαδικής ζωής είναι θεμιτές. Ισως εδώ να εντοπίζεται επίσης η αιτία της έντασης που προκαλείται κατά την απορρόφηση των Εβραίων από τις τοπικές κοινωνίες.
Φυσικά, δεν πρόκειται μόνον για ζήτημα εβραϊκής ή μη ιδιοσυγκρασίας αλλά θα λέγαμε αβίαστα πως το σημαντικό για τον άνθρωπο, για τον οποιονδήποτε άνθρωπο, ήταν από την αρχή η πολυτιμότητα της στιγμής κατά την οποία αυτός θα βαδίσει, για λίγο, στο αντίθετο ρεύμα, της στιγμής κατά την οποία θα περιφρονήσει την πεπατημένη, θα αντισταθεί, θα ονειρευτεί το αδύνατον (καθεαυτή, η ονομασία της Ερυθράς Θάλασσας σημαίνει το αδύνατον). Λοιπόν, το Πάσχα δεν αποτελεί πλέον πέρασμα ούτε για τους χριστιανούς, αφού όλα τα περάσματα έχουν διακορευτεί. Απ' τη σκηνή της γιορτής έχει σβήσει εκείνο το πλεονέκτημα μιας μεγάλης παρέκκλισης από τη φορά των δρόμων, των ποταμών και των κοιλάδων που απαρτίζουν το σύμπαν της ψυχικής μας γεωγραφίας. Η πορεία, έστω προσωρινά, έπρεπε να διαφωνεί με τους κανόνες και, τώρα πια, ομολογουμένως, δεν διαφωνεί ούτε στο ελάχιστο. Εν ολίγοις, χάθηκε η δύναμη να πηδάμε φράχτες, να ανατρέπουμε δυναμικά τα εμπόδια, να περνάμε τα στεγανά παραβιάζοντας τη νομιμότητά τους.
Να περνάμε ωστόσο, πρέπει να το τονίσω, μ' έναν τρόπο αυθαίρετο, όχι διαλεκτικό, και ως εκ τούτου αναπάντεχο. Διότι, αφού ακριβώς ανήκε στη σφαίρα του θαύματος, η διάσχιση της θάλασσας από τους Εβραίους σημάδευε έναν ορίζοντα εκτός Ιστορίας. Η διάσχιση ήταν αυτό που ο άνθρωπος κάνει ώστε να παρεμβάλλεται στην Ιστορία εν ονόματι ενός νόμου που την ξεπερνάει. Το μωρό που θα γινόταν ο Μωυσής έρχεται, αρχικά, μέσα σ' ένα καλάθι αφημένο στο ρεύμα του ποταμού, όπως το άνθος του λωτού. Ο διάπλους του νηπίου ήταν γεγονός ενταγμένο απολύτως στην ομαλότητα της αέναης κίνησης των πραγμάτων που πηγαίνουν από τις πηγές προς τις εκβολές, προς τη θάλασσα και τον θάνατο, όπως η φυσική μας ζωή, όπως σήμερα οι πληροφορίες και τα εμπορεύματα, ας πούμε. Σίγουρα, αυτή η διάσχιση είναι τελείως διαφορετική απ' το να κόψεις στα δύο την Ερυθρά Θάλασσα. Διατάζοντας το νερό να αποσυρθεί ώστε να σχηματιστεί ο διάδρομος του περάσματος, αμφισβητείς πρωτίστως την αντικειμενικότητα και τις αντιληπτικές δοξασίες που τη στηρίζουν. Για να το πω μ' ένα δάνειο από τη γλώσσα των χάκερ, ο Μωυσής «έσπασε» το αρχείο του συγκεκριμένου συστήματος και πέρασε στην αιωνιότητα όπου, επιτέλους, ο ίδιος αποτελούσε όχι έναν παίχτη αλλά έναν από τους κανόνες του παιχνιδιού.
Παρομοίως, δηλαδή σαν θαύμα, λειτουργούσε κάποτε η θυσιαστική χειρονομία, σχετικά με την οποία δεν μπορούμε να αποσιωπήσουμε ότι ισοδυναμούσε μ' ένα σκάνδαλο, με κάτι που κλιμακωνόταν ενάντια στη λογική της φύσης και τη λογική του Εγώ, ενάντια στο ατομικό συμφέρον και, κυρίως, στο ένστικτο αυτοσυντήρησης. Θα λέγαμε ότι χρωστάμε την επινόηση στο τρελό δόγμα που αποκλήθηκε χριστιανισμός, ένα πέρασμα που συνετελείτο έξω από κάθε είδους θεμιτή και παραδεδεγμένη προοπτική και εξέπληττε με τη βαθιά ευχαρίστηση που πρόσφερε όταν ήταν αυθεντικό. Ομως, για να μην αδικούμε το ανθρώπινο είδος, δεν επρόκειτο για κάτι καινούριο, αφού η χαρά του να θυσιάζεσαι για τον άλλο ήταν από κτίσεως κόσμου η συνοδός εμπειρία όλων των ερωτικών πυρετών. Μόνον η μεταγενέστερη λεπτότητα ορισμένων διατυπώσεων μας έδειξε ότι ο έρωτας αντανακλούσε την έφεση προς έναν κόσμο πρωταρχικής ενότητας, όπου το Εγώ ήταν εξ υποθέσεως παρείσακτο.
Ετσι, ξαναβρίσκουμε στη θυσιαστική εκδοχή του Πάσχα των χριστιανών το πέρασμα ως σκάνδαλο. Από την ανασφάλεια του Εγώ στην ενότητα του κόσμου, το πέρασμα διεκπεραιώνεται με μια τομή ή στροφή, με μιαν αναπάντεχη κίνηση λοξοδρόμησης εκτός φύσης και συνήθειας, εν ολίγοις μ' αυτή την παράφορη ανιδιοτέλεια την οποία το σύστημα του υλικού και ζωικού κόσμου ουδέποτε θα περιελάμβανε στις εντολές του εφόσον είναι οφθαλμοφανώς παράλογη. Να πηδάς πλαγίως από τη βεβαιότητα των κεκτημένων σ' αυτόν τον αφύσικο αλτρουιστικό ίλιγγο σημαίνει την ελευθερία να εγκαινιάζεις ένα καινούριο όριο, μια κατεύθυνση που τέμνει καθέτως την πραγματικότητα και κλονίζει την αληθοφάνεια των δεδομένων της. Κάτι σαν την ανάποδη πιρουέτα εκείνου που στρέφει το άλλο μάγουλο στον ρωμαίο στρατιώτη.
Αυτή η κατάσταση είναι σήμερα εντελώς εξουδετερωμένη, έχει εκμηδενιστεί. Ποτέ άλλοτε ο κόσμος δεν ήταν τόσο συναινετικός και ποτέ άλλοτε δεν μας έλεγαν πόσο καλό είναι αυτό. Ποτέ άλλοτε ο κόσμος δεν ήταν τόσο παθητικά παραδομένος στην τυφλή ροή των στιγμών, στις επί μέρους ροές, στις μόδες, στα πεπρωμένα της τεχνολογίας και της προόδου, στο mainstream και στα «πρέπει» της κατανάλωσης. Ποτέ δεν ήταν τόσο φιλικός στον χρήστη και ποτέ η πλήξη αυτού του εντός εισαγωγικών φιλικού χαρακτήρα δεν ήταν τόσο φανερά στερημένη από αγάπη. Ποτέ δεν βρισκόταν τόσο κοντά στην επίτευξη μιας πλασματικής ενοποίησης των θραυσμάτων του και ποτέ οι άνθρωποι δεν συμφωνούσαμε πιο απερίσκεπτα στο να αποτελέσουμε τα θραύσματα. Είμαστε όλοι μωρά στα καλάθια τους, επιπλέοντας κατά μήκος του ποταμού της γονιδιακής σούπας, και αυτό ειδικά είναι που ονόμασαν matrix, κόσμο δίχως Πατέρα.
Απεναντίας, «περνώ» σήμαινε κάποτε επαναστατώ, περνώ με κόκκινο. Από τότε καθιερώθηκε να βάφουν κόκκινα τα αβγά εκείνα που η ανθρώπινη επαφή, στο εξής, μόλις και μετά βίας θα σπάει τα τσόφλια τους.
7 - 01/05/2005