Στην αντίρρηση των διαφωνούντων για την χρήση εικόνων από την Εκκλησία και στην κατηγορία ότι είμαστε... ειδωλολατρούντες, όλοι οι παπάδες απαντούν σωστά, λέγοντας: Δεν είναι ειδωλολατρεία, δεν προσκυνούμε το ξύλο και τα χρώματα αλλά το εικονιζόμενο πρόσωπο, «Ἡ τῆς εἰκόνος τιμή ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει»!! Δεν θεωρούμε ταυτόσημα, το πρόσωπο του Χριστού, της Παναγίας ή των αγίων, με τις εικόνες τους. Όπως και στις φωτογραφίες, όλοι ξέρουμε, ότι ο εικονιζόμενος δεν ταυτίζεται με την έντυπη απεικόνιση του προσώπου του!
Όμως σε μας η φωτογραφία του γεννάει σκέψεις και συναισθήματα και μας «ξυπνάει» στο να τον σκεφτούμε. Με τον ίδιο τρόπο και στις εικόνες η ζωγραφική και συμβολικά αναγωγική παρουσίαση του προσώπου του Χριστού, της Παναγίας, των Αγίων, γεννάει μέσα μας προσευχητική διάθεση και προσπάθεια μίμησης. Και βέβαια για την παλαιότερη εποχή οι εικόνες λειτουργούσαν ως τα βιβλία των αγραμμάτων. Αυτό σημαίνει ότι τα βιβλία ήταν τα κυρίως απαιτούμενα και χρήσιμα (Ευαγγέλια-Επιστολές· η Εκκλησία του Χριστού ήταν πάντοτε συνδυασμένη με το βιβλίο) και τα αντικαθιστούσαν απλώς οι εικόνες στην περίπτωση των αγραμμάτων.
Επειδή ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική οντότητα και λειτουργεί και με το μυαλό και με την καρδιά (χωρίς ποτέ το ένα να αναιρεί, πολύ περισσότερο να καταργεί, το άλλο) οι εικόνες ήταν πάντοτε σύμβολα και τρόπος έκφρασης της διαθέσεως. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι φιλάμε τις εικόνες! Δεν τους κάνουμε υπόκλιση ευλαβείας από μακρυά! Τις φιλάμε με ασπασμό ευλαβητικής σχέσεως με το εικονιζόμενο πρόσωπο. (Σήμερα βέβαια πολλοί δεν το κάνουν για λόγους... υγιεινής, αλλά ας το αφήσουμε). Εκφράζουμε με το φίλημα την διάθεσή μας γι αυτόν τον οποίο φιλάμε. Τον γονιό, τον αδελφό, το αγαπημένο πρόσωπο, τα παιδιά μας, τους φίλους μας. Με τα ίδια συναισθήματα φιλάμε και τις εικόνες.
Οι εικόνες είναι παράθυρα προς τον ουρανό. Είναι φανέρωση του τι θα γίνουμε «όταν ο Κύριος έλθη». Είναι προτροπή κίνησης προς το Φως, που εκείνοι (οι εικονιζόμενοι άγιοι) βιώνουν και μετέχουν. (Τό Φῶς τοῦ Προσώπου Σου ἐκζητήσω). Είναι γέφυρες για διάβαση προς το Εκεί. Είναι συμβολικά λατρευτικά αντικείμενα.
Από εδώ ξεκινάει το ενδεχόμενο και η πιθανότητα προβληματικής χρήσεως των εικόνων.
Κατά το παρελθόν, όταν η σύγχυση και η ασάφεια ήταν μικρότερες και οι προϊστάμενοι της Εκκλησίας ήταν υπεύθυνοι ποιμένες και όχι «συναπαγόμενοι τῇ ὑποκρίσει»... διαιτητές, όταν μια εικόνα για τον άλφα ή βήτα λόγο καταστρεφόταν και δεν απεικόνιζε πλέον το πρόσωπο την... έκαιγαν! Μέχρι το 1940 (μαρτυρία του Μητρ. Σηλυβρίας Αιμιλιανού) στην Κωνσταντινούπολη περνούσε το κάρο του Πατριαρχείου και μάζευε μαυρισμένες και κατεστραμμένες εικόνες από τα σπίτια των χριστιανών, προκειμένου μ᾿ αυτές ως καύσιμη ύλη, να βραστούν τα υλικά του παρασκευαζόμενου Αγίου Μύρου. Υπήρχε η ελευθερία της υγιούς θεολογίας· όχι η φοβική σχέση με θρησκευτικά φετίχ.
Σήμερα αν μια εικόνα καταστραφεί και μείς συνεχίζουμε να την χρησιμοποιούμε ως λατρευτικό αντικείμενο, τι θα απαντήσουμε σ αυτόν που θα μας θυμίσει ότι του είπαμε και τον διδάξαμε, ότι εικόνα δεν είναι τα ξύλα και τα χρώματα; Σε ποιό πρωτότυπο διαβαίνει η τιμητική μας προσκύνηση αφού πλέον τίποτε δεν αποτυπώνεται στην «εικόνα»! Αφού δεν εικονίζεται κανένας; Η αντίρρηση θα είναι: μα αφού είναι θαυματουργή εικόνα!!;; Η απάντηση αυτή είναι αιρετική απάντηση! Θαυματουργός είναι ΜΟΝΟΝ ο Θεός. Η λέξη από μόνη της το λέει. Δεν μπορούν ξύλα και χρώματα να κάνουν θαύματα! Δεν θεώνονται οι εικόνες. Έγιναν και γίνονται θαύματα δια των προσώπων, που απεικονίζονται σε εικόνες από τον Χριστό και αυτό κάνει τους Χριστιανούς να τιμούν τυχόν περισσότερο μια εικόνα, όμως όχι ως αυτοαξία. Δεν θεώνονται υλικά πράγματα με την έννοια της ενέργειας θαυμάτων από τα ίδια. Τα σημυκίνθια του απ. Παύλου και η σκιά του Πέτρου ενεργούσαν θαύματα εξ αιτίας της θεώσεως του Παύλου και του Πέτρου. Η Εκκλησία τιμά τις αλυσίδες του Πέτρου γιατί της τον θυμίζουν και της διδάσκουν τον κόπο του (του Πέτρου) γι᾿ αυτήν, όχι καθ᾿ εαυτές. Κατά μετοχήν εκούσιον προχωράει η θέωση. Κάποτε γίνονται θαύματα από αντικείμενα χρησιμοποιηθέντα από αγίους ανθρώπους ΕΚΤΑΚΤΩΣ όχι ως «αναγκαστική » πορεία.
Το θαύμα είναι τα χνάρια του Θεού στην ανθρώπινη ζωή προκειμένου ο άνθρωπος να βρει τον δρόμο προς τον Χριστό. Δεν είναι «πιστόλι στον κρόταφο» της λογικής, για αναγκαστική πορεία προς τον Θεό. Δεν γεννάει το θαύμα την πίστη απαραιτήτως. Η πίστη γεννάει θαύματα. Αν το θαύμα γεννούσε απαραιτήτως πίστη τότε όλοι οι Εβραίοι θα γινόντουσαν χριστιανοί...! Η περιπέτεια της πίστεως είναι ισόβιο άθλημα δεν είναι ρύθμιση έκπληξης. Δεν αλλάζει κάποιος τρόπο ζωής εύκολα. Χρειάζομαι πολλή αγάπη για να μπορέσω να τηρώ το θέλημα του Αγαπημένου και να Τον έχω Ζωή μου. Να αυτοπαραδίδομαι σε μια αγάπη, που θέλει να δοκιμάσει την γνησιότητα των κινήτρων προσέλευσής μου, μέσα στην φωτιά απίθανων δοκιμασιών, κατά την διάρκεια των οποίων, ο αγαπώμενος δεν... απαντά! Θέλει μεγάλο κόπο να μπορέσω να Του πω: «μή τό θέλημά μου ἀλλά τό σόν γινέσθω» (Λουκ. 22,42)
Ατυχώς πολλές φορές υποκατάστατα αυτής της οδυνηρής πίστεως της Εκκλησίας περνούν στους χριστιανούς μέσω των αντικειμένων λατρείας, το συνηθέστερο των οποίων είναι οι εικόνες. Το θεολογικό «τοπίο θολώνει» και ο άνθρωπος εστιάζει τις ελπίδες του σε λάθος βάση. Ας το δούμε από την Γραφή.
Οι Εβραίοι αμαρτάνουν γογγύζοντας στην έρημο και γυρεύοντας από τον Μωϋσή την ησυχία και αφασία της δουλείας στην οποία είχαν, βρε αδερφέ, σκόρδα και κρεμμύδια!! Ναι τόσο λίγος και φτηνός καταντάει ο άνθρωπος όταν φοβάται τον κόπο της ελευθερίας και της ποιότητος για τις οποίες τον έφτιαξε ο Θεός! Όταν δεν καταλαβαίνει, όπως λέει ο ποιητής ότι: «κάθε ζωντανή ύπαρξη στα δύσκολα στέκεται» (R. M. RiIlke). Όταν δεν συνειδητοποιεί ότι είναι πεθαμένος ήδη παρ ότι βιολογικά ζωντανός. Έχουν δίκιο οι αναρχικοί όταν (έστω και χωρίς πλήρη γνώση) γράφουν στους τοίχους «πεθαίνετε στα δεκαεφτά και σας θάβουν στα εβδομήντα»!
Μέσα σ αυτή την κατάσταση «κουρασμένος» ο Χριστός από την ανειλικρίνειά τους τούς «στέλνει» φίδια (πάλι το αρχικό σύμβολο της διακοπής της σχέσεως των ανθρώπων με τον Χριστό) που τους δαγκώνουν και πεθαίνουν. Ἐάν πορεύησθε πρός με πλάγιοι πορεύσομαι κἀγώ μεθ᾿ ὑμῶν θυμῷ πλαγίῳ. (Λευιτ. 26, 23-24). Και τότε παρεκάλεσαν τόν Μωϋσή: «... εὖξαι πρός Κύριον και ἀφελέτω ἀφ ἡμῶν τόν ὄφιν». Κατ᾿ εντολήν του Θεού ο Μωϋσής έφτιαξε ένα χάλκινο όφι και τον «ἐφάρμοσε ἐπί ξύλου ὀρθοῦ» και όποιος «ἐπέβλεψεν ἐπί τόν ὄφιν τόν χαλκοῦν, ἔζη». Από τότε και μετά, μαζί με τα άλλα ιερά, οι Εβραίοι, κουβαλούσαν και τον χαλκούν όφι. Τον ευλαβούντο. Τους είχε θεραπεύσει...! Αυτός; Όχι! Ο Χριστός. Αυτοί όμως αυτόν έβλεπαν...
Όμως περνούν τα χρόνια και φτάνουμε στο 726 π.Χ.. Βασιλεύει ένας ευσεβέστατος νεαρός 25 ετών γιός του αποστάτη Άχαζ, ο Εζεκίας. Αυτός συνειδητοποιεί ότι η λατρεία του Θεού έχει παραφθαρεί σε μια φυσιολατρική συναισθηματικότητα (λατρεία στα υψηλά όρη πχ. όρος Γαριζίν) και σε μια μαγική θεώρηση των συμβολικών αντικειμένων (χαλκούς όφις λατρευόμενος) και τότε καταργεί τούς «υψηλούς τόπους λατρείας» επιβάλλοντας ως μόνον κέντρο λατρείας τον Ναό και «τόν ὄφιν τόν χαλκοῦν ὄν εποίησε Μωϋσῆς συνέτριψε, ὅτι ἕως τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ἦσαν οἱ υἱοί Ἰσραήλ θυμιῶντες αὐτῷ» (Δ΄ Βασ. 18,4) και όχι μόνον αυτό, αλλά τον απεκάλεσε και... χάλκωμα! (Νεεσθάν)
Αυτή η Γραφική διδασκαλία και τακτική οδηγούσε εν πολλοίς την Εκκλησία στην πράξη της καθημερινότητας της. Στόχος και σκοπό της λατρείας, η αύξηση της πίστης στον Χριστό. Η Παναγία και οι άγιοι... μεσίτρια και οδηγοί σ᾿ αυτή την ψυχική διαδρομή. Ότι δεν βοηθάει στο βάθεμα της πίστης στον Χριστό... καθαίρεται ώστε οι χριστιανοί να φέρουν «πλείονα καρπόν».
Βλέπουμε όμως στις μέρες μας φαινόμενα που δεν βοηθούν στο βάθεμα της πίστης αντίθετα την... ξεκουφώνουν!
Βλέπουμε εικόνες που δεν εικονίζουν τίποτε πλέον, είτε από την φθορά τού χρόνου, είτε από τα αφιερώματα που «ἐπικάθηνται» της εικόνος και την κάνουν (συγχώρησέ μας Θεοτόκε) προθήκη κοσμηματοπωλείου! (Την εικόνα της Παναγίας πνιγμένη στα κολλιέ).
Βλέπουμε λατρευτικά εκδηλώματα προς το πρόσωπο της Παναγίας, φολκλορικά και απαράδεκτα. Συναισθηματισμοί ξένοι προς ένα πρόσωπο, που εκφράζει με την καλή και ουσιαστική έννοια της λέξεως, το «ανδρείο φρόνημα» της Εκκλησίας του Χριστού. Και μεις σ᾿ αυτές τις αρετές της Παναγίας απαντάμε με γλυκανάλατες εκφράσεις... Μαριολατρείας!
Βλέπουμε να συγχέεται το θεολογικό φρόνημα των Χριστιανών. Να συζητάμε για την Παναγία των Ελλήνων...! Να κηρύττουμε ότι στην Παναγία ελπίζουμε...! Να προσευχόμαστε να μας λυτρώσει από την... οικονομική κρίση! Και άλλα απερίγραπτα.
Πλην των απεικονίσεων κάτω από τον Σταυρό (Stabat mater) και στις εικόνες «Δεήσεις» (Χριστός-Παναγία-Πρόδρομος) σπανιότατα απεικονίζεται η Θεοτόκος χωρίς να κρατά στα χέρια της τον Ιησού. Η συνήθεια της Εκκλησίας να απεικονίζει έτσι την Θεοτόκο είναι διδασκαλία προς τους χριστιανούς, ότι η αγάπη μας γι αυτήν και η προσευχή μας σ᾿ αυτήν, έχει στόχο και αποδέκτη τον Χριστό. Από εκείνον αποχτά αξία. Δεν είναι αυτόφωτη. Για Εκείνον μας απασχολεί και μας ενδιαφέρει. Χωρίς τον Χριστό η Παναγία δεν δέχεται την αγάπη μας και την τιμή μας. Υπάρχει εκ του Χριστού, τιμάται από τον Χριστό. Την αγαπάμε για τον Χριστό, αφού γίνεται μητέρα όλων όσων πιστεύουν στον Χριστό!
π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος